Ἀναπνέουσα βαθειά, ἡ Ὑβόννη ἐκοίταζε ἀκόμη τὸν οὐρανόν. Αἴφνης μία ἄλλη σκέψις, εἰς ἀδιάπτωτον ἀλληλουχίαν μὲ τὰς προηγουμένας ἐρχόμενη, ἔλαμψε εἰς τὸν νοῦν της. Ἧτο μία σκέψις γοργή, θερμή, σὰν αἷμα σφύζοντος νεανικοῦ ὀργανισμού... Μήπως ἂν ἤλλασσε πεποιθήσεις καὶ ἰδίως τὴν συμπεριφορᾶν της εἰς τὴν ζωὴν ὡς πρὸς τὸν ἔρωτα, εἰς τὸν ὁποῖον ἕως σήμερον ὑπῆρξε τόσον πολὺ ἐλλειμματίας, θὰ ἤρχιζε δι αὐτὴν νέα ζωή, μία ζωὴ πανήδονη, γλυκύτατη -ἡ μόνη ὀρθή, ἀληθινὴ καὶ φυσική. Ἀλήθεια, μήπως τοῦτο ἧτο δυνατόν; Ἀκόμη ὀλίγα δευτερόλεπτα ἐκοίταξε τὸν οὐρανὸν ὡς ἐν ἐκστάσει ἡ Ὑβόννη, γοητευμένη, μαγευμένη καὶ ἀναπνεόυσα βαθειὰ τὴν θαλασσίαν αὔραν... Ὤ, ναί, αὐτὸ ποὺ ἐσκέφθη ἧτο ἀπολύτως δυνατόν. Ἀλλέως, δὲν θὰ ἔλαμπαν μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο τὰ ἄστρα· ἀλλέως δὲν θὰ περιεστρέφοντο τόσον θριαμβευτικὰ καὶ μὲ τόσην εὐρυθμίαν οἱ τρόχοι τοῦ «Μεγάλου Ἀνατολικοῦ»· ἀλλέως δὲν θὰ ἐσκόρπιζε τόσον θωπευτικᾶ, τόσον ἠδονικᾶ, κατὰ διαστήματα, εἰς τὸ πρόσωπόν της, τὸ ὑγρὸν ψιμμύθιν τοῦ θαλασίου ἀφροῦ, ἡ ἁπαλὴ πνοὴ τοῦ ἀνέμου... Ὤ, ναί, αὐτὸ ποὺ ἐσκέφθη, ἧτο δυνατὸν νὰ γίνη κι ἡ ἀλλαγῆ αὐτή, ποὺ ἔπρεπε νὰ ἀρχίση ἀμέσως, θὰ ἧτο ὁ λυτρωμός της.—Ανδρέας Εμπειρίκος, Ο Μέγας Ανατολικός,
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου