singing soul-"I have crossed oceans of time to find you"και η ψυχη μου τραγουδά τ ονομα σου...
διαμαντια και μπλουζ...
Πέμπτη 30 Δεκεμβρίου 2010
θεια μεταληψη η εξομολογηση...
ειναι που παλι ηρθες στον υπνο μου σημερα..ειναι που εξομολογηθηκα κοιτωντας ψηλα την θωρια σου. Ποσο σ αγαπησα και σ αγαπω ακομα. Στο πεταγμα μου ορκιζομαι , δεν χαρηκα μια μερα χωρια σου δεν χαθηκα μια νυχτα μακρυα σου. Ακοιμητος φρουρος των ονειρων σου ,προστατης της καρδιας σου.Την πλατη εστρεφες ,το βημα ταχυνες στο πουθενα .. μακρια μου. Παλι σε φωναξα κι εσυ δεν γυρναγες ,αποκριση δεν πηρα .Που πας, πες μου για που τραβας .. χωρις εμενα. Σιωπη στο μαυρο βελουδο της νυχτιας και στις πνοης μου την ηχο. Πως να μιλησει ο κοιμωμενος? πως ν αναστηθει ο ζωντανος νεκρος? <<<<<<<<<<<<<<<<λυπηθηκε η νυχτα το δακρυ μου και εκανε περα..στο φως επαραδοθηκε και μ εδωσε στην μερα.. Τα συννεφα ψηλα μ αγκαλιασαν με σκεπασαν κι ορκιστηκαν να στειλουνε βροχη και αερα.. Πεταω κοντα σου και γονατιζω στο ονομα σου ..ψυχη δικη μου στη δικη σου .. ακεραια , μοναχικη ,ολοκληρη , σε σενα παραδιδω το πνευμα αποψε.....Αγαπη μου ....ειναι που σου ειπα ''σ αγαπω '' κοιτωντας σε στα ματια κι ειναι που τοτε αποφασισες να κανεις την καρδια κομματια.. Ειναι που ποτε σου δεν το πιστεψες οτι μπορει ν αγαπηθεις μια που μεχρι κεινη την στιγμη ποτε δεν σε αγαπησε κανεις..
Τετάρτη 29 Δεκεμβρίου 2010
τι ζητουσαν;
Α ,ποσα ροδα στο ηλιοβασιλεμα -τι ερωτες Θεε μου ,τι ηδονες τι ονειρα , ας παμε τωρα να εξαγνιστουμε μες στη λησμονια. |
πάνω σ'αυτό το τίποτα που υπήρξες
είναι ο ίδιος δρόμος, έρημος κι ακατανόητος,
ανάμεσα στα λιγοστά δέντρα και τη νύχτα που κατεβαίνει.
Τι ζητούσαν, λοιπόν, σε τι είχα φταίξει,
εμένα το μόνο μου έγκλημα ήταν ότι δεν μπόρεσα να μεγαλώσω,
κυνηγημένος πάντα, που να βρείς καιρό, έτσι έμεινα εύπιστος
κι αγκάλιαζα το κρύο σίδερο της γέφυρας.
Ενω απο το βάθος, μακριά, με κοίταζε σαν ξένο
η πιο δική μου ζωή.
Εκείνη τη νύχτα άδειασα τόσο,
που όταν μου πέταξαν το μαχαίρι
δε βρήκε πουθενά να καρφωθεί.
Τάσος Λειβαδίτης
"O κόσμος μόνο όταν τον μοιράζεσαι υπάρχει..." | <><> >>
T.Λειβαδιτης..Τις μερες συνηθως ονειρευομαι η ματαιοπονω, αμφιβαλλω η υποκυπτω,
αλλα οταν κατεβει η νυχτα τρεχω απο κηπο σε κηπο και ακουμπωντας
το αυτι μου στις φλουδες των δεντρων
ακουω εκεινον τον αρχαιο λυγμο.
"Η σιωπή μας μόνο με τον κατήγορό μας γίνεται σύμμαχος." Σοφοκλής
αλλα οταν κατεβει η νυχτα τρεχω απο κηπο σε κηπο και ακουμπωντας
το αυτι μου στις φλουδες των δεντρων
ακουω εκεινον τον αρχαιο λυγμο.
μου λειπεις..
Δε ντρέπομαι να το πω,
μου λείπεις!
Παρ'όλο που δε σε γνώρισα ακόμα-
μόνο που ξέρω ότι βρίσκεσαι κάπου εκεί έξω,
μου λείπεις!
-Αν και ποτέ μας δεν αγκαλιαστήκαμε,
μου λείπει η μυρωδιά απ'τα μαλλιά σου.
Οι βόλτες που ποτέ δε κάναμε,
μου λείπουν κι αυτές!
Πολλές φορές περνώντας από κάποιο δρόμο,
αισθάνομαι, πως πριν από λίγο
είχες περάσει κι εσύ από κει.
Θεέ μου,γιατί να είναι τόσο μεγάλος ο κόσμος;
Του Ανταίου
μου λείπεις!
Παρ'όλο που δε σε γνώρισα ακόμα-
μόνο που ξέρω ότι βρίσκεσαι κάπου εκεί έξω,
μου λείπεις!
-Αν και ποτέ μας δεν αγκαλιαστήκαμε,
μου λείπει η μυρωδιά απ'τα μαλλιά σου.
Οι βόλτες που ποτέ δε κάναμε,
μου λείπουν κι αυτές!
Πολλές φορές περνώντας από κάποιο δρόμο,
αισθάνομαι, πως πριν από λίγο
είχες περάσει κι εσύ από κει.
Θεέ μου,γιατί να είναι τόσο μεγάλος ο κόσμος;
Του Ανταίου
Τρίτη 28 Δεκεμβρίου 2010
θαλασσα..
αφελης και απροσαρμοστη υπηρξα παντα..σε μια θαλασσα αθωοτητας επνιγα τις μικροτητες ,και βουτουσα σε βαθη σιωπων εκει που ανθρωπου ματι δεν εφτανε..με μια ανασα επιχειρουσα καταδυση με μια ανασα ναυαγια προσπαθουσα να βρω ..κι οταν εφτανα κοντα διαπλατα ματια ανοιγα να νοιωσω..τις τελευταιες στιγμες των ναυαγων , τις ιστοριες τους τις κρυφες και τις ανομολογητες.. μεχρι που αλλο δεν αντεχα πια ,,με δυναμη ανεβαινα κι ολο ανεβαινα να παρω ανασα..ολομοναχη στο απεραντο μπλε του ουρανου που καθρεφτιζε η θαλασσα ,,,η δικη μου..χωρις σωσιβιο στο πρωτο κυμα που με ραπιζε στο προσωπο κοβωντας την ανασα μου στα δυο,,στην αγωνια της επιβιωσης πασχιζα να κολυμπησω μεχρι την στερια..ναυαγος απο επιλογη και βουτηχτης απο αναγκη.οποιος εχει κατεβει στα βαθη της δεν μπορει να μην ακουσε τους ψιθυρους της καρδιας του..δεν μπορει να μην συνομιλησε με τα αλαλα ψαρια αποκλειεται να μην θαυμασε τον υγρο της κοσμο..μοναχικο ανεξερευνητο σκοτεινο και φωτεινο μαζι ,ηρεμο και ανταριασμενο..με μυστικα και ψεματα γεματη μ αληθειες και λαθη ,προστατευμενη και απροστατευτη μαζι,...θαλασσα μου ευχη και καταρα μου ,ποσο μου μοιαζεις...
ΕΠΙΚΗΔΕΙΟΣ ΣΕ ΕΝΑ ΠΑΡΕΛΘΟΝ
Έριξα μια χούφτα χώμα
σε ότι με πόνεσε
σ’ ότι ποναει ακόμα …
Κι αν δεν αρκεί μόνο αυτή
πολλές θα ρίξω ακόμα …
Κηδείας μαύρα φορώ
θάβω όλα τα λάθη
και στο κιβούρι πάνω πετώ
και το παλτό της λήθης …
Ένα καφέ παρηγοριάς
προσφέρω στην ψυχή μου
συνθλίβω με τα δόντια μου
παξιμαδακια άγλυκα
κάθε στιγμή της θλίψης …
Δεν θα γυρίσω πια να δω
Τα άνθη της πικρίας
ας μαραθούν και ας χαθούν
στο χώμα της μέλλουσας ζωής μου !!!!
σε ότι με πόνεσε
σ’ ότι ποναει ακόμα …
Κι αν δεν αρκεί μόνο αυτή
πολλές θα ρίξω ακόμα …
Κηδείας μαύρα φορώ
θάβω όλα τα λάθη
και στο κιβούρι πάνω πετώ
και το παλτό της λήθης …
Ένα καφέ παρηγοριάς
προσφέρω στην ψυχή μου
συνθλίβω με τα δόντια μου
παξιμαδακια άγλυκα
κάθε στιγμή της θλίψης …
Δεν θα γυρίσω πια να δω
Τα άνθη της πικρίας
ας μαραθούν και ας χαθούν
στο χώμα της μέλλουσας ζωής μου !!!!
εκεινο το φιλι που με διδαξε..
To κάλεσμα του εραστή - Xαλίλ Γκιμπράν,Που είσαι αγαπημένη;
Μήπως σ’ εκείνο το μικρό παράδεισο,
να ποτίζεις τα λουλούδια που σε κοιτάνε
όπως τα βρέφη το στήθος της μάνας;
...Ή μήπως στο δωμάτιό σου,
όπου ο βωμός της αρετής στήθηκε προς τιμή σου
και που σ’ αυτόν προσφέρεις θυσία
την ψυχή και την καρδιά μου;
Ή ανάμεσα στα βιβλία,
γυρεύοντας ανθρώπινη γνώση
ενώ είσαι γεμάτη ουράνια σοφία;
Ω συντρόφισσα της ψυχής μου, που είσαι;
Προσεύχεσαι στο ναό; Ή καλείς τη Φύση στο λιβάδι,
λιμάνι των ονείρων σου;
Είσαι στις καλύβες των φτωχών,
παρηγορώντας τους πονεμένους με τη γλύκα της ψυχής σου
και γεμίζοντας τα χέρια τους με τη γενναιοδωρία σου;
Είσαι το πνεύμα του Θεού παντού. Είσαι δυνατότερη απ’ τους αιώνες.
Θυμάσαι τη μέρα που συναντηθήκαμε,
όταν μας τύλιγε το φωτοστέφανο του πνεύματός σου;
Και πλανούνταν γύρω μας οι άγγελοι του Έρωτα δοξολογώντας τις πράξεις της ψυχής;
Θυμάσαι τα μονοπάτια και τα δάση που περπατούσαμε μ’ ενωμένα τα χέρια,
σφιχταγκαλιασμένοι σα να κρυβόμαστε μέσα στους ίδιους μας τους εαυτούς;
Θυμάσαι την ώρα που σ’ αποχαιρέτησα και το αγνό φιλί σου πάνω στα χείλη μου;
Εκείνο το φιλί που με δίδαξε ότι η ένωση χειλιών ερωτευμένων
φανερώνει ουράνια μυστικά ανέκφραστα απ’ τη γλώσσα.
Ήταν η εισαγωγή σ’ ένα μακρόσυρτο στεναγμό
σαν την ανάσα του Παντοδύναμου που έκανε άνθρωπο το χώμα.
Εκείνος ο στεναγμός μ’ οδήγησε στον πνευματικό κόσμο
δείχνοντάς μου τη δόξα της ψυχής μου.
Κι αιώνια εκεί θα μείνει μέχρι πάλι να ενωθούμε.
Θυμάμαι όταν με φίλαγες και με φίλαγες
και δάκρυα έτρεχαν στα μάγουλά σου
κι έλεγες: “Συχνά πρέπει να χωρίζονται τα γήινα σώματα
για γήινους σκοπούς και χώρια να ζουν ο κόσμος τ’ αναγκάζει.
Μα ο Έρωτας κρατάει στα χέρια του το πνεύμα ενωμένο
μέχρι να φτάσει ο θάνατος, να πάρει ενωμένες ψυχές.
Πήγαινε, αγαπημένε. Η Ζωή σε διάλεξε εκπρόσωπό της.
Υπάκουσέ την,
γιατί είναι η Ομορφιά που προσφέρει
στον πιστό της την κούπα της γλύκας της ζωής.
Όσο για τη δική μου αδειανή αγκαλιά,
η αγάπη σου θα ‘ναι η παρηγοριά μου.
Κι η θύμησή σου Αιώνιος Γάμος.”
Που είσαι τώρα, άλλε μου εαυτέ;
Είσαι ξύπνια μέσα στη σιωπή της νύχτας;
Ας σου φέρνει ο καθάριος άνεμος
τους χτύπους της καρδιάς μου κι όλη μου την αγάπη.
Χαϊδεύεις άραγε το πρόσωπό μου με τη θύμησή σου;
Η εικόνα δεν είναι πια σωστή,
γιατί η θλίψη έριξε τη σκιά της
στην άλλοτε χαρούμενη έκφρασή μου.
Τα δάκρυα μάραναν τα μάτια μου
που καθρέφτιζαν την ομορφιά σου
και ξέραναν τα χείλια που γλύκαινες με τα φιλιά σου.
Που είσαι αγαπημένη;
Ακούς το κλάμα μου πέρα απ’ τον ωκεανό;
Καταλαβαίνεις την ανάγκη μου;
Γνωρίζεις πόσο μεγάλη είναι η υπομονή μου;
Υπάρχει στον άνεμο κάποιο πνεύμα
για να σου φέρει την ανάσα της ετοιμοθάνατης νιότης μου;
Υπάρχει μυστική επικοινωνία ανάμεσα στους αγγέλους
για να σου φέρει το παράπονό μου;
Που είσαι, όμορφο αστέρι μου;
Το σκοτάδι της ζωής μ’ έριξε στην αγκαλιά του.
Η θλίψη με νίκησε.
Πάρε το χαμόγελό σου στον ουρανό.
Θα ‘ρθει και θα με ζωντανέψει!
Ανάσανε την ευωδιά σου στον άνεμο!
Θα με στηρίξει!
Που είσαι, αγαπημένη;
Ω, πόσο μεγάλη είναι η Αγάπη!
Και πόσο μικρός εγώ
Μήπως σ’ εκείνο το μικρό παράδεισο,
να ποτίζεις τα λουλούδια που σε κοιτάνε
όπως τα βρέφη το στήθος της μάνας;
...Ή μήπως στο δωμάτιό σου,
όπου ο βωμός της αρετής στήθηκε προς τιμή σου
και που σ’ αυτόν προσφέρεις θυσία
την ψυχή και την καρδιά μου;
Ή ανάμεσα στα βιβλία,
γυρεύοντας ανθρώπινη γνώση
ενώ είσαι γεμάτη ουράνια σοφία;
Ω συντρόφισσα της ψυχής μου, που είσαι;
Προσεύχεσαι στο ναό; Ή καλείς τη Φύση στο λιβάδι,
λιμάνι των ονείρων σου;
Είσαι στις καλύβες των φτωχών,
παρηγορώντας τους πονεμένους με τη γλύκα της ψυχής σου
και γεμίζοντας τα χέρια τους με τη γενναιοδωρία σου;
Είσαι το πνεύμα του Θεού παντού. Είσαι δυνατότερη απ’ τους αιώνες.
Θυμάσαι τη μέρα που συναντηθήκαμε,
όταν μας τύλιγε το φωτοστέφανο του πνεύματός σου;
Και πλανούνταν γύρω μας οι άγγελοι του Έρωτα δοξολογώντας τις πράξεις της ψυχής;
Θυμάσαι τα μονοπάτια και τα δάση που περπατούσαμε μ’ ενωμένα τα χέρια,
σφιχταγκαλιασμένοι σα να κρυβόμαστε μέσα στους ίδιους μας τους εαυτούς;
Θυμάσαι την ώρα που σ’ αποχαιρέτησα και το αγνό φιλί σου πάνω στα χείλη μου;
Εκείνο το φιλί που με δίδαξε ότι η ένωση χειλιών ερωτευμένων
φανερώνει ουράνια μυστικά ανέκφραστα απ’ τη γλώσσα.
Ήταν η εισαγωγή σ’ ένα μακρόσυρτο στεναγμό
σαν την ανάσα του Παντοδύναμου που έκανε άνθρωπο το χώμα.
Εκείνος ο στεναγμός μ’ οδήγησε στον πνευματικό κόσμο
δείχνοντάς μου τη δόξα της ψυχής μου.
Κι αιώνια εκεί θα μείνει μέχρι πάλι να ενωθούμε.
Θυμάμαι όταν με φίλαγες και με φίλαγες
και δάκρυα έτρεχαν στα μάγουλά σου
κι έλεγες: “Συχνά πρέπει να χωρίζονται τα γήινα σώματα
για γήινους σκοπούς και χώρια να ζουν ο κόσμος τ’ αναγκάζει.
Μα ο Έρωτας κρατάει στα χέρια του το πνεύμα ενωμένο
μέχρι να φτάσει ο θάνατος, να πάρει ενωμένες ψυχές.
Πήγαινε, αγαπημένε. Η Ζωή σε διάλεξε εκπρόσωπό της.
Υπάκουσέ την,
γιατί είναι η Ομορφιά που προσφέρει
στον πιστό της την κούπα της γλύκας της ζωής.
Όσο για τη δική μου αδειανή αγκαλιά,
η αγάπη σου θα ‘ναι η παρηγοριά μου.
Κι η θύμησή σου Αιώνιος Γάμος.”
Που είσαι τώρα, άλλε μου εαυτέ;
Είσαι ξύπνια μέσα στη σιωπή της νύχτας;
Ας σου φέρνει ο καθάριος άνεμος
τους χτύπους της καρδιάς μου κι όλη μου την αγάπη.
Χαϊδεύεις άραγε το πρόσωπό μου με τη θύμησή σου;
Η εικόνα δεν είναι πια σωστή,
γιατί η θλίψη έριξε τη σκιά της
στην άλλοτε χαρούμενη έκφρασή μου.
Τα δάκρυα μάραναν τα μάτια μου
που καθρέφτιζαν την ομορφιά σου
και ξέραναν τα χείλια που γλύκαινες με τα φιλιά σου.
Που είσαι αγαπημένη;
Ακούς το κλάμα μου πέρα απ’ τον ωκεανό;
Καταλαβαίνεις την ανάγκη μου;
Γνωρίζεις πόσο μεγάλη είναι η υπομονή μου;
Υπάρχει στον άνεμο κάποιο πνεύμα
για να σου φέρει την ανάσα της ετοιμοθάνατης νιότης μου;
Υπάρχει μυστική επικοινωνία ανάμεσα στους αγγέλους
για να σου φέρει το παράπονό μου;
Που είσαι, όμορφο αστέρι μου;
Το σκοτάδι της ζωής μ’ έριξε στην αγκαλιά του.
Η θλίψη με νίκησε.
Πάρε το χαμόγελό σου στον ουρανό.
Θα ‘ρθει και θα με ζωντανέψει!
Ανάσανε την ευωδιά σου στον άνεμο!
Θα με στηρίξει!
Που είσαι, αγαπημένη;
Ω, πόσο μεγάλη είναι η Αγάπη!
Και πόσο μικρός εγώ
στον πρωτο καφε πριν ακομα χαραξει..
σιωπηλες ειναι οι σκεψεις,αμορφες και συγκεκριμενες μαζι.Παντα εσυ που στοιχειωνεις τις νυχτες μου ,να δινεις τις εναρξεις στις μερες μου...Στο πρωτο τσιγαρο ,στο πρωτο φως της μερας να εισβαλλεις αδιαντροπα μεσα μου..Αεναος ο χορος των σκεψεων και των πενιχρων αναμνησεων. Στην ζυγαρια βαραινουν οι εφιαλτες που αφησες να αλωσουν την πολη μου..Χωρις θεατες εστησες την γκιλοτινα ,χωρις αιδω χωρις καν παθος επεσε η λαιμητομος .Κοιτα ...ακεφαλο σωμα ,εδω ...αγελαστο προσωπο ,χωρις δακρυ τα ματια.. Στερεψαν τα ποταμια ,οι χειμαροι παρεσυραν και το τελευταιο φυλλαρακι της καρδιας ,οι θαλασσες σηκωσαν κυματα ανυπερβλητα.Βουνα οι σκεψεις σε κακοτραχαλα μονοπατια. Η πορεια στο ποτέ και ο προορισμος στο πουθενά. Και ο εγωισμος σου να στεκει εκει κατακερματιζοντας τη ζωη σου... Η ληθη να τρεχει στο απειρο ,η αγαπη να σκιαζεται την πρωτη αχτιδα ηλιου ,,εγω να κρυφτω .. εκει που κανενας δεν θαβρει τροπο να σκοτωσει το ''σ αγαπω ΄΄ μου ...Παντα να επιστρεφω...
Δευτέρα 27 Δεκεμβρίου 2010
επιστροφη αντιτιμου..
οτι απομεινε ... κατι σκονισμενες αναμνησεις, ψαχνεις να βρεις τις λαμπερες εκεινες που μοιαζαν σαν καλοκαιρι ,ζεστες φωτεινες καθιδρες ,γεματες ηχους απο χαρουμενες φωνες και παιχνιδισματα.Καλοκαιρινα μπλουζακια αμανικα και χρωμα σοκαλατας.γευση μικρου ταξιδου ,,πανω που σηκωσαμε αγκυρα σε ξερα πεσαμε λιγο εξω απ το λιμανι.Και κολλησε το σκαρι ,εμεινε εκει οταν ηρθε το φθινοπωρο και τωρα με τον χειμωνα παλευει να σωθει. Ανεμοι αγριοι το χτυπανε και κρυο διαπερνα τα ξυλινα μερη του. Μουντο και μονο γερναει απ την αρμυρα της θαλασσας,συνηθισε την μοναξια του ,την εκανε την πιο καλη παρεα του. Μακρια απο οχλαγωγιες στεκει και παρατηρει το περα-δωθε , το χωρις προορισμο των αλλων. ..Ολοενα και λιγοστευει το φως και ολο και περισσοτερο αγαπα τις εναστρες νυχτες,,τα φεγγαρια που γεμιζουν και αδειαζουν τα συννεφα που φερνουν βροχη ,τις λιγοστες επισκεψεις του ηλιου που αδυνατει να στεγνωσει το κελυφος του.. Δεν περιμενει να το ρυμουλκησουν στην στερια δεν περιμενει επιβατες να ταξιδεψει ξανα.Λες και εφτασε επιτελους στον προορισμο του. Στο πουθενα ,εκει οπου στοχευεις οταν επιλεγεις το ουτοπικο ταξιδι προς την Αγαπη...πληρωθηκαν τα τελη κυκλοφοριας ,,,κι αποδειξη δεν πηρε ο κατοχος ..Αφησε μονο ενα σημειωμα μπροστα στο ταμειο.. καλα Χριστουγεννα εγραφε..ενας ολοκληρος χρονος κυλησε αργα και βασανιστικα εξ αιτιας σας..Να ευχηθω , σας ,λοιπον καλη χρονια.. μακρια σας.. ειστε '' δημοσιος και υπαλληλος '' αλλοτριων συμφεροντων..Ποσο λυπαμαι που δεν αντεχετε καν το εγω σας...καποιος να σας βοηθησει να αποδεχτειτε την θλιβερη υπαρξη σας... αυτη ειναι η ευχη που σας αρμοζει.
Κυριακή 26 Δεκεμβρίου 2010
τυχερα ...παιχνιδια...
μια ζωη στον τζογο παιζω με μια λεξη....''Αγαπη''... μια ζωη προσπαθεις κι εσυ.. να πιασεις το τζακ -ποτ.. Μα δεν εμεινε κανενας συμπαιχτης ...,τοσο που μοιαζει ναναι ασκοπο το τζογαρισμα . Σημαδεμενη τραπουλα και πειραγμενη κατω απο το τραπεζι η ρουλετα... Ποιος ανοιξε αυτο το παρανομο καζινο? και ποιος τολμα να παιξει την ψυχη του στον διαβολο?φοβουνται οι ανθρωποι τις γωνιες..τις κοχες και τις ακρες... Σε κυκλους αδιεξοδους.. γυρνανε ,στο αδιεξοδο ζαλιζονται και στον ιλιγγο καταφευγουν...
Famous Blue Raincoat - Leonard cohen
Its four in the morning, the end of december
Im writing you now just to see if youre better
New york is cold, but I like where Im living
Theres music on clinton street all through the evening.
I hear that youre building your little house deep in the desert
Youre living for nothing now, I hope youre keeping some kind of record.
Yes, and jane came by with a lock of your hair
She said that you gave it to her
That night that you planned to go clear
Did you ever go clear?
Ah, the last time we saw you you looked so much older
Your famous blue raincoat was torn at the shoulder
Youd been to the station to meet every train
And you came home without lili marlene
And you treated my woman to a flake of your life
And when she came back she was nobodys wife.
Well I see you there with the rose in your teeth
One more thin gypsy thief
Well I see janes awake --
She sends her regards.
And what can I tell you my brother, my killer
What can I possibly say?
I guess that I miss you, I guess I forgive you
Im glad you stood in my way.
If you ever come by here, for jane or for me
Your enemy is sleeping, and his woman is free.
Yes, and thanks, for the trouble you took from her eyes
I thought it was there for good so I never tried.
And jane came by with a lock of your hair
She said that you gave it to her
That night that you planned to go clear
Im writing you now just to see if youre better
New york is cold, but I like where Im living
Theres music on clinton street all through the evening.
I hear that youre building your little house deep in the desert
Youre living for nothing now, I hope youre keeping some kind of record.
Yes, and jane came by with a lock of your hair
She said that you gave it to her
That night that you planned to go clear
Did you ever go clear?
Ah, the last time we saw you you looked so much older
Your famous blue raincoat was torn at the shoulder
Youd been to the station to meet every train
And you came home without lili marlene
And you treated my woman to a flake of your life
And when she came back she was nobodys wife.
Well I see you there with the rose in your teeth
One more thin gypsy thief
Well I see janes awake --
She sends her regards.
And what can I tell you my brother, my killer
What can I possibly say?
I guess that I miss you, I guess I forgive you
Im glad you stood in my way.
If you ever come by here, for jane or for me
Your enemy is sleeping, and his woman is free.
Yes, and thanks, for the trouble you took from her eyes
I thought it was there for good so I never tried.
And jane came by with a lock of your hair
She said that you gave it to her
That night that you planned to go clear
περασε....
-"Πέρασε η ζωή μου σε μιά αίσθηση κάματου,
κυριάρχησε την καρδιά η ματιά στα ίχνη που δεν χαράξαμε,
σε αραχνιασμένα δωμάτια σταθήκαν όσα τρόμαξαν στον ήχο και σιώπησαν,
μήπως ταράξουν την ηρεμία του τίποτα στην γκρί απόχρωση του πεχιχρού μας παλμού,
σκάλισε την πέτρα η ελπίδα ώσπου η ψυχή να έχει μαρμάρινο σχήμα,
ανθρώπινη έπειτα αποκοιμήθηκε στο τυφλό φως που έσβηνε στο πάτωμα...
Πέρασε η ζωή μου αδιάφορα δίπλα σου,
τα φεγγάρια τα θλιβερά άγγιξε με παγωμένα δάχτυλα,
στον χορό της οδύνης αλυσόδεσε τα πόδια,
στο ενδεχόμενο του εφιάλτη βρήκε ποιά είναι και έπειτα ορκίστηκε να νικήσει,
σε τραπέζι που έστρωνε το μάταιο καταβρόχθισε όλες τις τρύπιες ανάσες,
σε ένα θρόισμα στοίχειωσε το παράπονο ενώ φώναζε:ξύπνα!
Πέρασε η ζωή μου ανεξέλεγκτη σε μια ώρα που ξεγλίστρησε,
πιασμένη στο ένα χέρι με μια σκιά και στο άλλο με μιά βουή...
-Έστω για τελευταία φορά,
η ανάγκη έτοιμη να κραυγάσει:-Oυδεμία σημασία...
-Πέρασε...-Θαρρώ..."vennis mak....
κυριάρχησε την καρδιά η ματιά στα ίχνη που δεν χαράξαμε,
σε αραχνιασμένα δωμάτια σταθήκαν όσα τρόμαξαν στον ήχο και σιώπησαν,
μήπως ταράξουν την ηρεμία του τίποτα στην γκρί απόχρωση του πεχιχρού μας παλμού,
σκάλισε την πέτρα η ελπίδα ώσπου η ψυχή να έχει μαρμάρινο σχήμα,
ανθρώπινη έπειτα αποκοιμήθηκε στο τυφλό φως που έσβηνε στο πάτωμα...
Πέρασε η ζωή μου αδιάφορα δίπλα σου,
τα φεγγάρια τα θλιβερά άγγιξε με παγωμένα δάχτυλα,
στον χορό της οδύνης αλυσόδεσε τα πόδια,
στο ενδεχόμενο του εφιάλτη βρήκε ποιά είναι και έπειτα ορκίστηκε να νικήσει,
σε τραπέζι που έστρωνε το μάταιο καταβρόχθισε όλες τις τρύπιες ανάσες,
σε ένα θρόισμα στοίχειωσε το παράπονο ενώ φώναζε:ξύπνα!
Πέρασε η ζωή μου ανεξέλεγκτη σε μια ώρα που ξεγλίστρησε,
πιασμένη στο ένα χέρι με μια σκιά και στο άλλο με μιά βουή...
-Έστω για τελευταία φορά,
η ανάγκη έτοιμη να κραυγάσει:-Oυδεμία σημασία...
-Πέρασε...-Θαρρώ..."vennis mak....
Σάββατο 25 Δεκεμβρίου 2010
Armadan: Χασούρα
Armadan: Χασούρα: "Αλισβερίσι μνημών και έσω τυλίγματα σε μυαλό πιο βρώμικο απο βάλτο Αδιάφορα τα συναισθήματα Γάργαρα Κρυστάλινα Τρέχουν Αστέρευτα Σε τόπο ξ..."
Παρασκευή 24 Δεκεμβρίου 2010
αποσπασματα διαλογων ..εγκλειστων κειμενων....
''ΝΑΙ ΦΥΣΙΚΑ...δεν λεω ,το ξερω εισαι απασχολημενος πολυ..ναι ναι ξερω τοσα πολλα στο κεφαλι σου..ξερεις ομως ειναι η δευτερη φορα που μ αγνοεις και..πως να στο πω,,σκεφτομαι οτι παει πολυ ..οτι εισαι ας πουμε πρωτη φιρμα στο γκρεμο...? οχι ..οτι ισως παραεισαι ψωνιο? και δεν θα συμβαλλω αλλο σ αυτο?..οτι η ευγενε...ια ειναι παντου ?και οχι μονο εκει που φαινεται? μα κυρια εκει που δεν φαινεσαι? Πως? οριστε? δεν εισαι καλα? χαχχαχ Ω μα ναι ..τωρα που το λες ...αυτο ακριβως σκεφτομουν κιεγω..κοιταξε ταυτιση εε? τα μεγαλα πνευματα ....μπλα μπλα μπλα.. Λοιπον για να τελειωνουμε ..περιμενα ωρες..ελεγα μαθε να μην εισαι ανυπομονο στοιχειο.. περιμενε και θα απαντησει...θα το σηκωσει το κωλοτηλεφωνο..Μπαααααααα εσταθη αδυνατο...ΧΑ!θηκε η ευγενεια σου ,,πηραν αερα τα μυαλα σου και εγω λεω να την κανω..με ελαφρα...που λενε...πολυ αξια σου δωσα και σου την παιρνω πισω..
Πέμπτη 23 Δεκεμβρίου 2010
Γ.νΙΚΟΛαΙΔΗΣ
Φωτογραφίες του χρήστη Giorgos Ivory Nikolaidis - ΑΥΤΟΦΩΤΕΣ...ΣΤΙΓΜΕΣ...
Φωτογραφία 35 από 35 Επιστροφή στο άλμπουμ · Φωτογραφίες του/της Giorgos · Προφίλ του/της Giorgos
Κάνετε κλικ στα πρόσωπα των ατόμων που θέλετε να επισημάνετε. |
The Promise - Michael Nyman
καποτε υποσχεθηκα στον εαυτο μου,να μη λυγισω πια ,να μην αλλαξω, να αντεχω ,να αντιστεκομαι ναχω οπλο μου την μοναξια μου και την αγαπη μου στον κοσμο που με περιβαλλει..σε πεισμα ολων να αντεχω και να προχωρω αλλοτε σκονταφτοντας αλλοτε γελωντας και αλλοτε κλαιγοντας τραβωντας τις κουρτινες να μπαινει παντα το φως... ως το τελος..
αναζητωντας....
οσες φορες κι αν φυγω ,παντα θα επιστρεφω ...αναζητωντας αυτο το κατι που μας δενει.. που μας εδεσε η που αναζητω να μας δεσει...μαζι..
ξυπνωντας...
Κάθε βράδυ
γυρνώντας σπίτι
ανεβαίνω σκάλες,
......
αμέτρητες σκάλες,
τόσες που πλαγιάζω
κατάκοπος να κοιμηθώ.
Και κάθε πρωί
έχω την ίδια απορία:
πως γίνεται να ξυπνώ
μέσα σ’ ένα υπόγειο;
σταυρος αμπελας
γυρνώντας σπίτι
ανεβαίνω σκάλες,
......
αμέτρητες σκάλες,
τόσες που πλαγιάζω
κατάκοπος να κοιμηθώ.
Και κάθε πρωί
έχω την ίδια απορία:
πως γίνεται να ξυπνώ
μέσα σ’ ένα υπόγειο;
σταυρος αμπελας
σε τιμη ευκαιριας..
ηταν τοτε που θελησα να βγω να παρω τους δρομους.αναζητωντας ευκαιριες .Πως το λενε ελληνικα???? shoping therapy? ααα ναι...παγια συνηθεια μας.. και σε εποχη κρισης σε ειδα σε καλαθι της οδου Ερμου,αναμεσα σε στολισμενες βιτρινες και σε λαμπυριζοντα φωτα.Και εμοιαζες εκτος μοδας ,με αρωμα αλλοτινων εποχων,,σαν γνησιο μεταξι..και σκεφτηκα ''γιατι το αφησαν στο πανερι εξω απ την βιτρινα? κριμα ειναι -και τι με νοιαζει εμε το περυτιλιγμα? παντα ηθελα την ουσια..''το υφασμα σου .. φανηκε(ς ) αυθεντικο ,με ομορφα χρωματα με ραφη γερη και οχι γερικη ,πατρον διαχρονικο και αξεπεραστο.. εκανα οτι δεν ειδα τα σετακια που ειχες διπλα σου και ξαναειπα... ''Γιατι οχι λοιπον? αγορασε το ,και τιμησε το πανω σου ,δωστου ζωη απο τους χτυπους της καρδιας σου και αρωμα απο την μυρωδια του κορμιου σου ,δωσε και παρε την ζεστη των νηματων του.... μπλουζακι κολλητο στο ειναι σου'' Και τ αποφασισα και εμπιστευτηκα το ενστικτο μου ...αφησα ομως απ εξω την λογικη και την εμπειρια..Σφαλμα μεγα ...Στην πρωτη αποπειρα να σε φορεσω ,να βγουμε στον κοσμο μαζι,,εκει που περηφανη ηθελα να σε δειξω ,,αποκαλυφθηκε το σαπιο της κλωστης σου,,το υλικο σου το φτηνο..ουτε το μισοτιμης δεν αξιζες.. Ποτε μην αγοραζετε απο καλαθια ,οσο δελαστικη τιμη κι αν εχουν..Οση θεωρια κι αν διαθετουν... απο κατω κρυβεται ανθρακας και ο θησαυρος απατη εστι... Υπαρχει μια παροιμια ..το φτηνο κρεας το τρωνε οι σκυλοι... και μα την αληθεια για μια και μοναδικη φορα στη ζωη μου ξεχασα να σκεφτω ποια ειμαι και την πατησα ...Μα παλι εμαθα οτι για λιγα ευρω δεν αξιζει να στενοχωριεμαι.. Παντα απο τα καλυτερα αγοραζα , δικαιουμαι μια τρελα κι εγω ..αρκει που ειχε μικρο κοστος... τοσο οσο και το ευτελες του υλικο... Μα μηπως και ο εμπορας κερδισε κατι? απλα το ξεφορτωθηκε απ την αποθηκη του ...σκαρτο εμπορευμα εξ αρχης ηταν..//τελικα η ουσια παει με την ποιοτητα και παντα εχει πρωτη θεση στην βιτρινα....
επιφωνημα..
Νατάσα Πολύδωρα
...Άτιτλο
Μ’ ένα επιφώνημα
πρόδωσα τη σιωπή
που τύλιγα όλα τα τιμαλφή.
Σε μια παρένθεση έκλεισα
τη προσωρινότητα που είσαι.
Με αποσιωπητικά ζωγράφισα τα όνειρα
που σε έβαλα να παίξεις.
Έφυγα μ’ ένα ερωτηματικό,
κι όταν κανείς δεν μπορούσε
να με δει
πέταξα την τελεία μακριά
και με το κόμμα μετέθεσα
μια ακόμα αλήθεια
στα αζήτητα.
...Άτιτλο
Μ’ ένα επιφώνημα
πρόδωσα τη σιωπή
που τύλιγα όλα τα τιμαλφή.
Σε μια παρένθεση έκλεισα
τη προσωρινότητα που είσαι.
Με αποσιωπητικά ζωγράφισα τα όνειρα
που σε έβαλα να παίξεις.
Έφυγα μ’ ένα ερωτηματικό,
κι όταν κανείς δεν μπορούσε
να με δει
πέταξα την τελεία μακριά
και με το κόμμα μετέθεσα
μια ακόμα αλήθεια
στα αζήτητα.
ευτυχως γλυτωσα..
αναδυομενη στο πουθενα , στο αοριστο τιποτα , στο οριστικα επερχομενο τελος. Αλλαξε το κλιμα και ξηρασια παντου ,,ρυτιδες βαθειες ακαθοριστες στο μετωπο που καποτε γελουσε , οταν μετρουσες τον πυρετο που μας φλογιζε..Στη διψα της ξηρασιας , δεησεις στη βροχη ,στο μαυρο συννεφο που αντικρυ μου στεκει ,,να βαρυνει μεσα σου , να ερθεις να μ απαντησεις στο μονοπατι που περπαταμε παραλληλα.Μα τι μας χωριζει νομιζεις ? ποση αποσταση εχει το πικρο απο τη ζαχαρη? Ποση το δηλητηριο απ το αντιδοτο του? και ποση η αγαπη απο το μισος? Μια ματια και μια λεξη. ενα φιλι και ενα χαμογελο...Θελω ? Γελιεσαι ! Αυταπατασαι ..!!!!!!!!Επιθυμω? μα ναι.... τον τον θυμο και μονο..να μεινει εδω προστατης και φυλακας αγγελος μου ...απο εσενα..Το φως? τι να το κανω μαζι σου ,μονο να το μετατρεπεις μπορεις σε σκοταδι. Αναδυομενη ναι ,αλλα χωρια σου , αφου δεν μπορεις πια να μου δωσεις ανασα και οξυγονο.Πνιγομαι ,χαθηκα ..αναδυθηκα ,,αναστηθηκα ..αερα πηρα και αναπνευσα..
Τετάρτη 22 Δεκεμβρίου 2010
Δευτέρα 20 Δεκεμβρίου 2010
Σάββατο 18 Δεκεμβρίου 2010
Ελενη Πετα - Τι μου 'χει λείψει
Το παράπονο με παίρνει
και το δάκρυ μου
μοιάζει πέλαγος που τρέμει
το κορμάκι μου
Τι μου χει φταίξει
τι μου χει λείψει
και τα τραγούδια
μου φέρνουν θλίψη
πόσο μου χουν λείψει
τα δυο σου μάτια
η αγκαλιά σου
που δεν υπάρχω
μες την καρδιά σου
καίγομαι μακριά σου
Μες στις φλόγες που γυρίζω
λειώνει σίδερο
κι απ τον ουρανό σου ελπίζω
ένα σύννεφο
Τι μου χει φταίξει
τι μου χει λείψει
και τα τραγούδια
μου φέρνουν θλίψη
πόσο μου χουν λείψει
τα δυο σου μάτια
η αγκαλιά σου
που δεν υπάρχω
μες την καρδιά σου
καίγομαι μακριά σου
Τρίτη 14 Δεκεμβρίου 2010
Εμpcυχο Yλικο
Μίσησέ με όσο μπορείς,
βάφτισέ με καταστραμένο απομεινάρι της μνήμης,
αδειάλειπτα νέκρωνε την ανάσα μου στο στόμα σου,
ακόλαστο φάντασμα πες-που κυλά στον ιδρώτα σου,
αίμα που περπατά στην γωνία σαν έστριβε το όνειρο,
...στην κόψη του μαχαιριού-ένωσε ποίηση και σάρκα,
έπειτα αν δεν αντέχεις να κοιτάς,
ζήσε με τραβηγμένες όλες τις κουρτίνες..."vennis Mak
Δευτέρα 13 Δεκεμβρίου 2010
Δεν είναι τα μάτια παράθυρα
ούτε καθρέφτες της ψυχής.
Είναι άγρια σκυλιά που αλυχτούν.
...
Η αγάπη δεν είναι ροζ ζάχαρη
ούτε ο έρωτας αρρώστεια
που βήχει διακριτικά
κι αφήνει αιμάτινες κηλίδες
στο δαντελένιο μαντήλι της Κυρίας
που ύφαινε Καμέλιες.
Δεν έψαχνε η Έμμα Μποβαρύ
άντρες για να αγαπήσει,
κυνηγούσε μόνο την χαμένη της ψυχή.
Κι όταν τελειώνει μια ιστορία
οι άνθρωποι θάβουν τα κομμάτια τους στον κήπο
και κάθονται στα αραχνιασμένα τους τραπέζια
ενώ η Μις Χάβισαμ τους υποδέχεται
φορώντας το μουχλιασμένο νυφικό
ενός γάμου που δεν μπόρεσε ποτέ.
Χλόη Κουτσουμπέλη .
ούτε καθρέφτες της ψυχής.
Είναι άγρια σκυλιά που αλυχτούν.
...
Η αγάπη δεν είναι ροζ ζάχαρη
ούτε ο έρωτας αρρώστεια
που βήχει διακριτικά
κι αφήνει αιμάτινες κηλίδες
στο δαντελένιο μαντήλι της Κυρίας
που ύφαινε Καμέλιες.
Δεν έψαχνε η Έμμα Μποβαρύ
άντρες για να αγαπήσει,
κυνηγούσε μόνο την χαμένη της ψυχή.
Κι όταν τελειώνει μια ιστορία
οι άνθρωποι θάβουν τα κομμάτια τους στον κήπο
και κάθονται στα αραχνιασμένα τους τραπέζια
ενώ η Μις Χάβισαμ τους υποδέχεται
φορώντας το μουχλιασμένο νυφικό
ενός γάμου που δεν μπόρεσε ποτέ.
Χλόη Κουτσουμπέλη .
Σάββατο 11 Δεκεμβρίου 2010
στις νυχτες να μπαινεις γυμνος..
χ.χ. |
Κι ύστερα οι λύκοι αλυχτούν πως κάτι ξέχασες. Κάτω απ' τους πόνους και τους φόβους που τους γέννησαν, πίσω από λέξεις, λόγους, ορθές γωνίες, ματώνουν και τα νύχια τους γραπώνονται στα σπλάχνα σου. Ξεχάστηκες, μα να ξεχάσεις δεν μπορείς.
Τώρα ήρθε η ώρα να γδυθείς στο σκοτάδι και να φιλιώσεις μαζί τους. Κι αν δεν μπορείς, θα έρθει ο Έρωτας. Σκότωσέ τον. Θα θυμηθείς τι σημαίνει να σκοτώνεις τον εαυτό σου για να επιβιώσεις. Σε κάθε ανάσταση, χρειάζεται ένας θάνατος. Χριστίνα Χονδρογιαννη........................................................................................................................
ΓΙΩΡΓΟΣ ΧΕΙΜΩΝΑΣ
Είπα κάποτε ότι η Τέχνη δεν είναι η πραγματικότητα. Πως η Τέχνη είναι ένα σχόλιο πάνω στην πραγματικότητα, πως η πραγματικότητα δεν μπορεί να νοηθεί ως τετελεσμένη, αν δεν δευτερολογηθεί από ένα τέτοιο σχόλιο τέχνης. Θεωρώ αυτό το σχόλιο της Τέχνης πολύ πιο πραγματικό από την ίδια την πραγματικότητα, γιατί ακριβώς αποκαλύπτει εκείνες τις κρυφές όσο και ουσιαστικές διεργασίες που αναπαράγουν συνεχώς την συγκινησιακή πραγματικότητα του ανθρώπου. Αυτή για την οποία μιλά κυρίως η Τέχνη. Αυτή με την οποία αποκλειστικά υπάρχει ο άνθρωπος. Θεωρώ τον λόγο σαν ένα χαρισματικό όργανο, περισσότερο από όλα τα άλλα. Γιατί ακριβώς ο λόγος έχει την δυνατότητα να συλλαμβάνει και να φανερώνει όλες τις δυνατές νοηματικές και συναισθηματικές αντηχήσεις που γεννά μέσα στο νου και την ψυχή του ανθρώπου η εμπειρία της ζωής. Εννοώ κάτι σαν την εξαίσια ακινησία της ζωγραφικής, ή τη δαιμονική κινητικότητα της μουσικής. Εννοώ ακριβώς ένα λόγο που είναι και ζωγραφική και μουσική και όλα όσα μπορεί να εκφράσει ο άνθρωπος. Κυρίως όσα δεν μπορεί.
ΓΙΩΡΓΟΣ ΧΕΙΜΩΝΑΣ
"Η ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ ΤΗΣ ΟΡΑΣΗΣ ΜΟΥ" (απόσπασμα)
ΓΙΩΡΓΟΣ ΧΕΙΜΩΝΑΣ
"Η ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ ΤΗΣ ΟΡΑΣΗΣ ΜΟΥ" (απόσπασμα)
στο πρωτο χιονι.. μου...
διπλωσε τα ποδια πανω στον καναπε και βολευτηκε με τις μεγαλες μαλακες βελουδινες μαξιλαρες στην μεση της. τραβηξε το κουβερλι μεχρι το λαιμο κι ενοιωσε την γλυκεια ζεστασια του.Καρφωσε το βλεμα στην οθονη ..ο αγγλος ασθενης με υποτιτλους ελληνικους.Να φρεσκαρω την μνημη σκεφτηκε, η μαλλον να την εξασθενισω..απο ολα τ αλλα..Μα κυρια να σβησω τις επωδυνες αναμνησεις..Μεγαλη αδικια μερικες φορες να λειτουργει αυτη η καταραμενη μνημη.. Ποσο ευτυχεις θαναι αυτοι που την χανουν αραγε?Τα φωτακια απο το δεντρο αναβοσβηναν και με το ρυθμο τους εκανε φλας -μπακ σε γεγονοτα και στιγμες.ομορφες και ασχημες..Προσπαθησε να βρει το σκορ ...ποιες υπερτερουσαν..Παλι χαμενη σκεφτηκε και σ αυτο το ντερμπυ..Κατι , κινητοποιησε ενα δακρυ να βγει εξω απο τις λιμνες των ματιων της...Το πισωγυρισε...και χαμογελασε..Αναψε τσιγαρο και κοιταξε εξω,χιονιζε,,,για πρωτη φορα φετος χιονιζε..Το πρωτο χιονι,νιφαδες μεγαλοπρεπες αργα χαιδευαν τα μαρμαρα και αγγιζαν τα φυτα του κηπου.Θα τα καψει ολα σκεφτηκε,, Τυλιχτηκε μ ενα κασκολ ,εβαλε μπουφαν και πεταχτηκε εξω.Ο κρυος αερας την πηρε στο προσωπο και ξυπνησε τις αισθησεις.Να σκεπασω τις γαρδενιες μου σκεφτηκε..με ναυλον..και τις μικρες μου ελιες.. Πυρετωδως λειτουργωντας καταφερε να τα προστατεψει..Εκανε να μπει μεσα.. σταθηκε αποτομα,γυρισε και κοιταξε τις τριανταφυλλιες..Θα επιζησουν , σκεφτηκε με πεισμα και προχωρησε προς το σπιτι...Ξαναπηρε την θεση της στον καναπε,πατησε το play .Εξω ειχε αρχισει να το ''στρωνει'' μεσα ειχε μια γλυκεια θαλπωρη απο το τζακι και απολυτη ησυχια..Μεσα της επικρατουσε ξανα τρικυμια.. σκεφτοταν το...τριανταφυλλο της.Το εργο ειχε φτασει σχεδον στην μεση...δεν ηθελε να ξαναδει το Τελος...εκλεισε τα ματια και αφεθηκε στον Μορφεα..τον ενοιωσε να την παιρνει στην αγκαλια του και να κουρνιαζει στο κεφαλι της στο στερνο του στο μερος της καρδιας του..ακουγοντας τους χτυπους της..
Παρασκευή 10 Δεκεμβρίου 2010
απο-καλυψεις
σε κοιταζα στο μεσον του χειμωνα, λευκος και πανσοφος ομοιος με χιονανθρωπο.Κι ηταν τοτε που θελησα να σ αγκαλιασω σαν παιδι ...Μα στην πρωτη αχτιδα του ηλιου και στην μια και μοναδικη αγκαλια μου,μορφη αρχισες ν αλλαζεις... αποκαλυψη τρομακτικη και απογοητευτικη συναμα..Κι ηταν τοτε που ειδα...το γκριζο και το λιγο ,τοτε που ελαβε υποσταση το φτηνο υλικο της κατασκευης σου...ηταν τοτε που εμαθα πως η αγαπη αποκαλυπτει θησαυρους , μα και ξεσκεπαζει τα ''προσωπεια''. ..και τα τερατα. ...Και ηταν τοτε που αποφασισα να μην ξαναγκαλιασω χιονανθρωπο..θα περιμενω το καλοκαιρι που ταιριαζει σε μενα.και συμπιπτει , με το φαινεσθαι και το ειναι μου...και σε θαλασσες γαλαζιες θα κολυμπησω ξανα,ενα με το υγρο μου στοιχειο και με ουριο ανεμο θα ταξιδεψω αναζητωντας την πολυποθητη δικη μου Ιθακη..γιατι τα ψιλοβροχα ποτε δεν μου αρκουσαν και ποτε δεν εφταναν να ξεδιψασουν τη ανυδρη γη.. δεν μετατρεπουν το χερσο σε ευφορο κι ειναι που εγω , θελω να ανθισω..σε αντιθεση με σενα που αποξηραμενο ανθος κοιτας το ειδωλο σου σε καθρεφτη παραμορφωτικο..στο χειμωνα εφημερο παιχνιδι και στο καλοκαιρι αχρηστο αντικειμενο..ειναι που δεν καταφερνεις να παρεις ανασα και ν αποκτησεις χτυπους καρδιας ...
Κυριακή 5 Δεκεμβρίου 2010
''ανοιξε φτερα''..απο την..Μαρα....!!!!!!!!!
ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ
από Μάρα Κομπίδου
Ένοιωσε ένα χέρι να την αγγίζει διστακτικά και γύρισε να δει ποιος ήταν .Πετάρισε τα μάτια της στον ρυθμό της καρδιάς της πριν ψιθυρίσει το όνομα του .Τρελός χορός άρχισε στην καρδιά της σε ρυθμό γοργό ,νεανικό …Κύματα από αναμνήσεις ακούμπησαν στην αμμουδιά της μνήμης της και έβρεξαν ταγυμνά πόδια των απολήξεων των νευροδιαβιβαστων της …Αισθήματα ,μυρωδιές , εικόνες ,βρήκαν το δρόμο και έκαναν τις παλιές αναφορές να γίνουν ένα με την τωρινή στιγμή …Αυτή την στιγμή ένοιωθε σαν το χαλασμένο ρολόι του πατρικού της σπιτιού ,που ο κούκος μπερδεμένος φώναζε στριγκά τις ώρες όποτε ήθελε αυτός ,αγέραστος αλλά χαλασμένος ,καλοκουρδισμενος από χέρια γερασμένα περισσότερο από συνήθεια με την γνώση πως δεν είναι αξιόπιστος πια …κι αυτή σαν κι αυτόν τον κούκο καλοκουρδισμενη από χέρια νεανικά και μη , που επιμένουν να κουρδίζουν και από ανάγκη και από συνήθεια ,με την γνώση όμως πως η αξιοπιστία της είναι δεδομένη ένοιωθε πως καλύτερα να έχανε την αξιοπιστία της όπως έχασε μερικούς χτύπους της καρδιάς της και αντί να φωνάξει την λάθος ώρα ψιθύρισε βραχνιασμένη το όνομα του …Στα μάτια της έμοιαζε ο ίδιος ,όπως χρόνια πριν και έλπιζε πως και στα δικά του μάτια θα καθρεφτιζόταν η εικόνα που είχε τότε …αχ …γιατί να φύγει βιαστικά από το σπίτι το πρωί ,γιατί δεν είχε επιμεληθεί το μακιγιάζ της … γιατί δεν είχε βάλει το τζινακι της που την έκανε να δείχνει πιο νέα …θα φαινόταν πιο κοντά σε αυτό που ήξερε αυτός …δεν βαριέσαι …σημασία είχε τώρα πια , να μην καταλάβει πως έχασε την νεανική ψυχή της ,την ψυχή που έλεγε πως θαύμαζε …την ψυχή που ήταν έτοιμη για νέες περιπέτειες και ταξίδια και εμπειρίες …την ψυχή που δεν μπορούσε να ακολουθήσει τότε , επειδή οι αλυσίδες των υποχρεώσεων ,της καριέρας ,των γονικών απαιτήσεων και των στερεοτύπων τον κρατούσαν δεμένο στην πραγματικότητα .Μη καταλάβει ήθελε, πως έγινε κι αυτή όπως αυτός …πως αλυσοδέθηκε με την θέληση της ,πως ενστερνίσθηκε και βιώνει όλα όσα αρνήθηκε τότε σ’αυτόν ..Ποσά λεπτά πέρασαν … πόση ώρα χρειάστηκε για να βεβαιωθεί πως δεν έκανε λάθος … πως είναι αυτή … πόση ώρα έκανε η φωνή της να βγει από το στόμα της …τι χρώμα είχε η φωνή της …?« Ματάκια μου ??? » άκουσε να της λέει …και μια ζεστή , γλυκιά γεύση , γέμισε το στόμα της και μυρμήγκιασε το σώμα της …δύναμη που έχει το χρώμα της φωνής να φέρνει ανατριχίλες γνώριμες στο κορμί ..Άπλωσε τα χέρια της να αγγίξει τα απλωμένα χέρια του και βρέθηκε στην αγκαλιά του…
Πρώτα ένοιωσε στο μάγουλο της την σκληρότητα του πουκάμισου του ¨δεν βάζει μαλακτικό στο πλύσιμο ¨ σκέφτηκε ,μετά άκουσε την καρδιά του να χτυπά αργά αλλά δυνατά κάτω από το μάγουλο της , ύστερα στην μύτη της έφτασε η μυρωδιά του ¨ ακομα την ίδια κολόνια φοράει ¨ διαπίστωσε …και τέλος ανατρίχιασε καθώς τα χέρια του βρέθηκαν να αγκαλιάζουν την πλάτη της απαλά , σταθερά ,κτητικά , πάντα προσεχτικά , όπως χιλιάδες φορές πριν , μην αγγίξει την ελιά της , πάντα του ψιθύριζε ¨πρόσεχε την ελιά μου ¨ η μνήμη του καθοδηγούσε τις κινήσεις του …τόσο μακρινές μνήμες κι όμως αυτόνομα παρούσες .¨ Τώρα ,τώρα φίλησε με τώρα ¨ ,ήθελε να φωνάξει ¨τώρα ,μετά θα χαθεί η στιγμή ¨όμως δεν μίλησε ,δεν ανέπνεε …μόνο περίμενε …ο χρόνος σταμάτησε εκεί στην μέση του πολυσύχναστου δρόμου , μες την αγκαλιά του …κάποιος περνώντας τους έσπρωξε και αμέσως τα δυο κορμιά που είχαν γυρίσει σε ένα παρελθόν που το ζούσαν τώρα , χώρισαν με ένα αναστεναγμό τόσο συγχρονισμένο που τους τρόμαξε .Τα χέρια απομακρύνθηκαν και αμήχανα , τα δυο μπήκαν σε τσέπες στενές ενώ τα αλλά δυο τρέμοντας , αρπάχτηκαν από το λουρί της τσάντας , όπως αρπάζεται αυτός που πνίγεται από τον λαιμό εκείνου που προσπαθεί να τον σώσει …και για δες ,τι ειρωνεία αλήθεια ,κι αυτή πνιγόταν …όχι στην θάλασσα ,όχι από το αλμυρό νερό που γεμίζει τα πνευμονία και σταματά την ανάσα αλλά από την ανάγκη της να βρεθεί ξανά μέσα στα χέρια αυτά ,που τόσο της έλειψαν και μόλις τώρα , ναι τώρα , το συνειδητοποίησε …φραγμένα τα πνευμόνια της ,δύσκολη η αναπνοή ,και επιτακτική η ανάγκη της για μια μεγάλη ανάσα ,που θα τρυπώσει στο στήθος της και θα την βοηθήσει να αναπνεύσει ...το φιλί της ζωής από τα χείλη του…την ανασα του να της δωσει ζωη ... ναι αυτό της χρειαζόταν ...τώρα πριν σκάσει από την άπνοια , τώρα που την είχε πιάσει η μέθη του βυθού της ματιάς του …τώρα που όλα είναι μέσα στους αφρούς των αναμνήσεων, των όμορφων αναμνήσεων …το ξέρει σε λίγο θα φτάσουν και οι άλλες … οι πικρές ,οι απωθημένες από το μυαλό , στα βάθη του υποσυνείδητου και θα πάρουν την θέση τους θα συμπληρώσουν το παζλ και θα τον κάνουν να θυμηθεί πόσο πόνεσε …ήταν σίγουρη είχε πονέσει …
Αυτός είχε το ύφος ανθρώπου που μόλις είχε πει αντίο σε αγαπημένους , σε μια αίθουσα αναμονής σε κάποιο αεροδρόμιο του κόσμου …μάτια μισόκλειστα ,χέρια τρεμάμενα , σκέψεις χαρούμενες και θλιβερές ανακατεμένες , με την αίσθηση πως θα αποχωριστεί κάτι που δεν πρόλαβε να χορτάσει ούτε σε αυτήν την επιστροφή και το πλάνο για την επόμενη , αμφίβολο και μακρινό …και στα χείλη να ανεβαίνουν από την ψυχή του θαρρείς , λέξεις ¨ γιατί …πότε … ποτέ …σε θέλω …δεν σε ξέχασα …το ήξερα …μην φύγεις …έλα μαζί μου …¨ και ένας ιδρώτας ζεστός και αλμυρός ίδιος σε σύσταση θαρρείς με δάκρυα που χάσανε τον δρόμο τους και αντί να κυλήσουν στα μάγουλα , κυλάνε στην ραχοκοκαλιά του , τον κάνουν να αναριγήσει .¨ Μην ανοίγεσαι …παιξτο άνετος …μη σε περάσει για μαλάκα …μην καταλάβει …θα φύγει …κάνε κάτι γαμώ το κέρατο μου …πες κάτι …ζήτα της το τηλέφωνο της , μια συνάντηση , κάτι …κάνε κάτι …μην την φοβίσεις …μη ζητάς …¨-Μου έλειψες …ξεστόμισαν ,ταυτόχρονα και οι δυο με μια γρήγορη ανάσα …κι οι δυο φοβόταν να το φανερώσουν αλλά προδόθηκαν στην βιασύνη τους μη χαθούν ξανά …Χέρια απλώθηκαν και πριν σμίξουν μεταξύ τους ο χρόνος , άχρονος υποκλίθηκε και τους έκανε χώρο να ξαποστάσουν πριν αποφασίσουν πως θα τον εκμεταλλευτούν τώρα πια …
Πρώτα ένοιωσε στο μάγουλο της την σκληρότητα του πουκάμισου του ¨δεν βάζει μαλακτικό στο πλύσιμο ¨ σκέφτηκε ,μετά άκουσε την καρδιά του να χτυπά αργά αλλά δυνατά κάτω από το μάγουλο της , ύστερα στην μύτη της έφτασε η μυρωδιά του ¨ ακομα την ίδια κολόνια φοράει ¨ διαπίστωσε …και τέλος ανατρίχιασε καθώς τα χέρια του βρέθηκαν να αγκαλιάζουν την πλάτη της απαλά , σταθερά ,κτητικά , πάντα προσεχτικά , όπως χιλιάδες φορές πριν , μην αγγίξει την ελιά της , πάντα του ψιθύριζε ¨πρόσεχε την ελιά μου ¨ η μνήμη του καθοδηγούσε τις κινήσεις του …τόσο μακρινές μνήμες κι όμως αυτόνομα παρούσες .¨ Τώρα ,τώρα φίλησε με τώρα ¨ ,ήθελε να φωνάξει ¨τώρα ,μετά θα χαθεί η στιγμή ¨όμως δεν μίλησε ,δεν ανέπνεε …μόνο περίμενε …ο χρόνος σταμάτησε εκεί στην μέση του πολυσύχναστου δρόμου , μες την αγκαλιά του …κάποιος περνώντας τους έσπρωξε και αμέσως τα δυο κορμιά που είχαν γυρίσει σε ένα παρελθόν που το ζούσαν τώρα , χώρισαν με ένα αναστεναγμό τόσο συγχρονισμένο που τους τρόμαξε .Τα χέρια απομακρύνθηκαν και αμήχανα , τα δυο μπήκαν σε τσέπες στενές ενώ τα αλλά δυο τρέμοντας , αρπάχτηκαν από το λουρί της τσάντας , όπως αρπάζεται αυτός που πνίγεται από τον λαιμό εκείνου που προσπαθεί να τον σώσει …και για δες ,τι ειρωνεία αλήθεια ,κι αυτή πνιγόταν …όχι στην θάλασσα ,όχι από το αλμυρό νερό που γεμίζει τα πνευμονία και σταματά την ανάσα αλλά από την ανάγκη της να βρεθεί ξανά μέσα στα χέρια αυτά ,που τόσο της έλειψαν και μόλις τώρα , ναι τώρα , το συνειδητοποίησε …φραγμένα τα πνευμόνια της ,δύσκολη η αναπνοή ,και επιτακτική η ανάγκη της για μια μεγάλη ανάσα ,που θα τρυπώσει στο στήθος της και θα την βοηθήσει να αναπνεύσει ...το φιλί της ζωής από τα χείλη του…την ανασα του να της δωσει ζωη ... ναι αυτό της χρειαζόταν ...τώρα πριν σκάσει από την άπνοια , τώρα που την είχε πιάσει η μέθη του βυθού της ματιάς του …τώρα που όλα είναι μέσα στους αφρούς των αναμνήσεων, των όμορφων αναμνήσεων …το ξέρει σε λίγο θα φτάσουν και οι άλλες … οι πικρές ,οι απωθημένες από το μυαλό , στα βάθη του υποσυνείδητου και θα πάρουν την θέση τους θα συμπληρώσουν το παζλ και θα τον κάνουν να θυμηθεί πόσο πόνεσε …ήταν σίγουρη είχε πονέσει …
Αυτός είχε το ύφος ανθρώπου που μόλις είχε πει αντίο σε αγαπημένους , σε μια αίθουσα αναμονής σε κάποιο αεροδρόμιο του κόσμου …μάτια μισόκλειστα ,χέρια τρεμάμενα , σκέψεις χαρούμενες και θλιβερές ανακατεμένες , με την αίσθηση πως θα αποχωριστεί κάτι που δεν πρόλαβε να χορτάσει ούτε σε αυτήν την επιστροφή και το πλάνο για την επόμενη , αμφίβολο και μακρινό …και στα χείλη να ανεβαίνουν από την ψυχή του θαρρείς , λέξεις ¨ γιατί …πότε … ποτέ …σε θέλω …δεν σε ξέχασα …το ήξερα …μην φύγεις …έλα μαζί μου …¨ και ένας ιδρώτας ζεστός και αλμυρός ίδιος σε σύσταση θαρρείς με δάκρυα που χάσανε τον δρόμο τους και αντί να κυλήσουν στα μάγουλα , κυλάνε στην ραχοκοκαλιά του , τον κάνουν να αναριγήσει .¨ Μην ανοίγεσαι …παιξτο άνετος …μη σε περάσει για μαλάκα …μην καταλάβει …θα φύγει …κάνε κάτι γαμώ το κέρατο μου …πες κάτι …ζήτα της το τηλέφωνο της , μια συνάντηση , κάτι …κάνε κάτι …μην την φοβίσεις …μη ζητάς …¨-Μου έλειψες …ξεστόμισαν ,ταυτόχρονα και οι δυο με μια γρήγορη ανάσα …κι οι δυο φοβόταν να το φανερώσουν αλλά προδόθηκαν στην βιασύνη τους μη χαθούν ξανά …Χέρια απλώθηκαν και πριν σμίξουν μεταξύ τους ο χρόνος , άχρονος υποκλίθηκε και τους έκανε χώρο να ξαποστάσουν πριν αποφασίσουν πως θα τον εκμεταλλευτούν τώρα πια …
και βρηκε στοχο... |
Σάββατο 4 Δεκεμβρίου 2010
27europe | 27 της Ευρώπης: "Brain Drain" – “Διαρροή Εγκεφάλων”
27europe 27 της Ευρώπης: "Brain Drain" – “Διαρροή Εγκεφάλων”: "Σάββατο 04 Δεκεμβρίου στις 16:οο στη ΝΕΤ Περισσότεροι από 100.000 νέοι Ελληνες επιστήμονες ζουν και εργάζονται σήμερα στο εξωτερικό. Το φαι..."
Μια γυναίκα
Ήταν οι δυο τους τόσο ερωτευμένοι,
έκλεβε αυτός κι αυτή τσίλιες φυλούσε,
έστηνε κόλπα αυτός και ξαπλωμένη
εμπρός στα πόδια του αυτή γελούσε,
όλο γελούσε.
Οι μέρες πέρναγαν με γλέντι και χαρά,
στην αγκαλιά του κάθε νύχτα την κρατούσε.
Όταν του πέρασαν στα χέρια σίδερα,
αυτή μπρος στο παράθυρο γελούσε,
όλο γελούσε.
Της στέλνει μήνυμα : πεθαίνει αν δεν τη δει,
να της μιλήσει για στερνή φορά ποθούσε.
Όταν της φέρανε το γράμμα του, αυτή
κουνώντας το κεφάλι της γελούσε,
όλο γελούσε.
Η ώρα έξι την αυγή, του κόψαν τον λαιμό.
Η ώρα επτά, βαθιά στη γη πια κατοικούσε.
Αυτή όμως κιόλας στις οχτώ
ρουφώντας κόκκινο κρασί γελούσε,
όλο γελούσε.
Heinrich Heine, "Ein Weib"
Ήταν οι δυο τους τόσο ερωτευμένοι,
έκλεβε αυτός κι αυτή τσίλιες φυλούσε,
έστηνε κόλπα αυτός και ξαπλωμένη
εμπρός στα πόδια του αυτή γελούσε,
όλο γελούσε.
Οι μέρες πέρναγαν με γλέντι και χαρά,
στην αγκαλιά του κάθε νύχτα την κρατούσε.
Όταν του πέρασαν στα χέρια σίδερα,
αυτή μπρος στο παράθυρο γελούσε,
όλο γελούσε.
Της στέλνει μήνυμα : πεθαίνει αν δεν τη δει,
να της μιλήσει για στερνή φορά ποθούσε.
Όταν της φέρανε το γράμμα του, αυτή
κουνώντας το κεφάλι της γελούσε,
όλο γελούσε.
Η ώρα έξι την αυγή, του κόψαν τον λαιμό.
Η ώρα επτά, βαθιά στη γη πια κατοικούσε.
Αυτή όμως κιόλας στις οχτώ
ρουφώντας κόκκινο κρασί γελούσε,
όλο γελούσε.
Heinrich Heine, "Ein Weib"
για κεινο που παντοτε θα γεννιεται...
«Για να είσαι μεγάλος, να είσαι ολόκληρος, τίποτα από τον εαυτό σου μην υπερβάλλεις ή αποκλείεις.»
Φ. Πεσόα
Φ. Πεσόα
Αν ήταν όλα... αλλιώς! Μα τότε, πώς θα ξεχωρίζαμε το φως που κλείνουν μέσα τους τα φύλλα της παπαρούνας;
Αν η ψυχή μας φορούσε πάντα τα καλά της και καλωσόριζε τα όνειρά μας...
Αν το καράβι μας έφτανε φωταγωγημένο στο λιμάνι που είχαμε διαλέξει...
Αν στην προβλήτα μάς περίμεναν, με ανθοδέσμες και χειροκροτήματα, όλοι αυτοί που αγαπήσαμε...
Αν δεν είχαμε αφήσει την πόρτα της ψυχής μας ανοιχτή, για να βρουν άσυλο οι κατατρεγμένοι...
Τι απερισκεψία κι αυτή! Πάντα τους ληστές τούς περνούσαμε για κατατρεγμένους.
Αν ξέραμε να διαβάζουμε εγκαίρως τα σημάδια των καιρών και να προβλέπουμε τις καταιγίδες...
Αν δεν είχαμε μπερδέψει τα σημεία του ορίζοντα και περιμέναμε να βγει ο ήλιος από τη δύση...
Πόσος χαμένος χρόνος, αλήθεια!
Aν... Αν...
Αν ήταν όλα... αλλιώς! Μα τότε, πώς θα ξεχωρίζαμε το φως που κλείνουν μέσα τους τα φύλλα της παπαρούνας;Al.Papadakh
Αν η ψυχή μας φορούσε πάντα τα καλά της και καλωσόριζε τα όνειρά μας...
Αν το καράβι μας έφτανε φωταγωγημένο στο λιμάνι που είχαμε διαλέξει...
Αν στην προβλήτα μάς περίμεναν, με ανθοδέσμες και χειροκροτήματα, όλοι αυτοί που αγαπήσαμε...
Αν δεν είχαμε αφήσει την πόρτα της ψυχής μας ανοιχτή, για να βρουν άσυλο οι κατατρεγμένοι...
Τι απερισκεψία κι αυτή! Πάντα τους ληστές τούς περνούσαμε για κατατρεγμένους.
Αν ξέραμε να διαβάζουμε εγκαίρως τα σημάδια των καιρών και να προβλέπουμε τις καταιγίδες...
Αν δεν είχαμε μπερδέψει τα σημεία του ορίζοντα και περιμέναμε να βγει ο ήλιος από τη δύση...
Πόσος χαμένος χρόνος, αλήθεια!
Aν... Αν...
Αν ήταν όλα... αλλιώς! Μα τότε, πώς θα ξεχωρίζαμε το φως που κλείνουν μέσα τους τα φύλλα της παπαρούνας;Al.Papadakh
Πέμπτη 2 Δεκεμβρίου 2010
στον δωδεκατο..
δεκεμβρης ο δωδεκατος..στην εσχατια του χρονου ο κοσμος μας τελειωνει..Μεσα σε χρωματα , λαμπιονια και στολιδια χαρτινα ,σε μουσικες και χορους μυστικους, περνας στο παρελθον..ανεπιστρεπτι ,,ενα βημα πλησιεστερα στο μοιραιο '' αντιο''..Οχι , δεν θελω δενδρο φετος , δεν περιμενω τον αγιο -Βασιλη,,!αλλωστε ειναι που ξεχασα να το ταχυδρομησω κεινο το γραμμα..''αγιε μου ημουν καλο παιδακι μα δεν περιμενω τιποτα και δεν χρειαζομαι τιποτα..εκτος ισως απο κατι μικρο,,μηδαμινο ..χωρις δα μεγαλη αξια..σκορπισε λιγη χαρα τριγυρω σαν ασημοσκονη απο φεγγαριου πανσεληνο,,χρυσοσκονη απο ηλιου λαμπερες ακτινες, φως απο αστερια μακρινα και σταλες αγαπης απ της βροχης την φλυαρια..'' .... Ετουτος ο δεκεμβρης δεν ειναι σαν τους αλλους ,,ειναι που μ αφησε την πρωτη ρυτιδα στην καρδια, που πλαστικες δεν επιδεχεται,που περηφανα επιδεικνυω ,,σαν παρασημο ωριμοτητας...Παρηγορια και περηφανεια μαζι....λες και μου ηταν απαραιτητη..ποιος το πε? ποιος τ αποφασισε και ποιος το χρειαζοταν ετουτο το...''βραβειο''? ...Να φυγεις γρηγορα λοιπον και τον λευκο γεναρη περιμενω να καλωσορισω.. ,μακρια σου και χωρις την θυμηση σου την πικρη, που καθε χρονο κουβαλας σαν δωρο-αδωρο μαζι σου..μουντο και αγελαστο σ αφηνω και μητε κανω τον κοπο να σου είπω στο καλο....
σε συναντησα στον ερωτα, και πισω απο τον ερωτα , και εκει μεσα απο σενα ,επιχειρησα να συναντησω εμενα. Σταθηκα μπροστα στον καθρεφτη και ειδα το ειδωλο μου ανεστραμμενο. Ειδα ? ανακαλυψα? η φανταστηκα ? στην αποπειρα εκεινη την τελικη ,κομματια εγινε ο καθρεφτης και στον σπασμενο καθρεφτη φανερωθηκε η ψυχη ,τα λαθη και οι προαιωνιοι φοβοι μου .Ετσι ,φανερωθηκαν οι δαιμονες που φωλιαζαν μεσα μας. Την αληθεια μου ειδα για πρωτη φορα κατα προσωπο και τοτε με περιγελασες ψεμα μου.. κι ησουν τοσο μα τοσο ωραιο...
Τρίφωνο - ο τρελός
"Με ρωτάς γιατί γίνηκα τρελός.Να το πως: Μια μέρα,καιρό,καιρό πριν γεννηθούν πολλοί Θεοί,ξύπνησα απο βαθύ ένα ύπνο κι ανακάλυψα πως όλες μου οι μάσκες είχαν κλαπει καιοι εφτά μάσκες που είχα φτιάξει και που είχα φθείρει μεσ'σε εφτά ζωές - τότες έτρεξ'αμασκοφόρετος μεσ'από ανθρωπόβριθους δρόμους κραυγάζοντας "κλέφτες κλέφτες τρισκατάρατοι κλέφτες" Άντρες , γυναίκες με περιγέλασαν και κάποιοι τρέξανε στα σπίτια τους,σκιαγμένοι απο μένα. Κι'όταν έφτασα στην αγορά, ένας νιος σκαρφαλωμένος σε μια στέγη φώναξε "είναι τρελός".Σήκωσα τα μάτια να τον αντικρίσω , ο ήλιος φίλησε το γυμνό μου πρόσωπο για πρώτη φορά.Για πρώτη φορά ο ήλιος φίλησε το γυμνό μου πρόσωπο κι η ψυχή μου φλογίστηκε απο αγάπη για τον ήλιο,και δεν ήθελα τις μάσκες μου πια τώρα.Και σάμπως μέσα σ΄΄εκσταση φώναξα "Ευλογημένοι,ευλογημένοι, οι κλέφτες που 'κλεψαν τις μάσκες μου" Έτσι γίνηκα τρελός "
Χαλιλ Γκιμπραντ "Ο Τρελός"
Χαλιλ Γκιμπραντ "Ο Τρελός"
Poem by MJ :Magical Child
Magical Child
Once there was a child and he was freeDeep inside, he felt the laughter
The mirth and play of nature’s glee
Beauty, love was all he’d see
He knew his power was the power of God
He was so sure, they considered him odd
This power of innocence, of compassion, of light
Threatened the priests and created a fight
In endless ways they sought to dismantle
This mysteroius force which they could not handle
In endless ways they tried to destroy
His simple trust, his boundless joy
His invincible armor was a shield of bliss
Nothing could touch it, no venom, no hiss
The child remained in a state of grace
He wasn’t confined in time or place
In Technicolor dreams, he frolicked and played
While acting his part, in Eternity he stayed
Soothsayers came and fortunes were told
Some were vehement, others were bold
In denouncing this child, this perplexing creature
With the rest of the world he shared no feature
IS he real?He is so strange
His unpredictable nature knows no range
He puzzles us so, is he straight?
What’s his destiny?What’s his fate?
And while they whispered and conspired
Through endless rumors to get him tired
To kill his wonder, trample him near
Burn his courage, fuel his fear
The child remained just simpel, sincere
All he wanted was the mountain high
Color the clouds, paint the sky
Beyond these boundaries, he wanted to fly
In nature’s scheme, never to die
Don’t stop this child, he’s the father of man
Don’t cross his way, he’s part of the plan
I am that child, but so are you
You’ve just forgotten, just lost the clue
Inside your heart sits a Seer
Between his thoughts, he can hear
A melody simple but wondrously clear
The music of life, so precious, so dear
If you could for one moment know
This spark of creation, this exquisite glow
You would come and dance with me
Kindle this fire so we could see
All the children of the Earth
Wave their magic and give new birth
To a world of freedom with no pain
A world of joy, much more sane
Deep inside, you know it’s true
Just find that child, it’s hiding in you.
να σε κρυψω στον ηλιο και στο φως ,να ταξιδεψουμε μαζι στην ακρη της γης... στην καρδια του χειμωνα... να σε κρυψω μεσα μου στο σημειο εκεινο του χαρτη μου που μονο καλοκαιρι εχει,, ποτε μια βαλιτσα δεν χωρεσε το παθος σου και την μαγεια της υπεροχής σου.. και ουδεποτε φιλοξε...νησε τις αισθησεις μας ...αυτες στο συμπαν διαχεονται απο τις ανασες μας και τις μικρες αναρθες κραυγες μας...σε μοναδικες δικες μας απογειωσεις και πτησεις...προσδεθηκαμε....και πεταμε μαζι ... και μονοι....πανω απο τα συννεφα ...
διαφυγες και φυγες
Γυρισε για δευτερη φορα το κλειδι στην πορτα και προχωρησε προς τ αμαξι.Για μια ακομη φορα συλλογιστηκε αν εχει κλεισει το ματι της κουζινας.Ηταν απιστευτο αλλα τοσα χρονια δεν μπορεσε να ξεπερασει την συνηθεια αυτης της σκεψης.-δεν χρησιμοποιησες καθολου την ηλεκτρικη κουζινα ειπε στον εαυτο της,,προχωρα...Πεταξε την τσαντα στο καθισμα του συνοδηγου αποπειναρι της ανεσης αλλοτινων εποχων,και εβαλε μπρος την μηχανη..Κατηφορησε το δρομο και αποχαιρετησε ολους τους ηρωες της επαναστασης σε καθε στενο.Καλημερα Θεοδωρε,,Αθανασιε,Ρηγα..γκαζωσε λιγακι στην κεντρικη λεωφορο,,βιαζοταν να φτασει στο Ελ Βελ...Η πτηση της εφευγε σε τρεις ωρες..Τα ειχε υπολογισει ολα.Βαλιτσα στο πορτ -μπαγκαζ χειραποσκευη και το τσαντακι με τ απαραιτητα..Ολα κανονισμενα,ολα εν ταξη. Με μουσικη στη διαπασων ολο και πλησιαζε. ....Του τοχε ειχε πει ,,μια μερα θα φυγω ,αποδημητικο πουλι που δεν θα ξαναρθει .Περιεργως αντι ν αναζητησει ενα προορισμο ζεστο προτιμησε τον μουντο και κρυο βορρα.Υπηρχε λογος ,,παντα υπηρχε λογος για οτι και αν εκανε..Παντα εγκρατης και μελετημενη.Απιστευτα πειθαρχημενη στην πραξη ,απειθαρχη μονιμως μεσα της... Και τα δυο σε μια ισσοροπια τρομου ..Κατι που της προκαλουσε ηδονη και πονο μαζι..Μια διαρκης παλη των θελω των πρεπει των μπορω των δυναμαι και των οφειλών της... Περνωντας τον ελεγχο χειραποσκευων ,νομισε πως καποιος φωναξε τ ονομα της..-Ειχε αφησει σε εμφανες σημειο τον φακελο του αποχαιρετισμου.''Για σενα'' ειχε γραψει απ εξω..Οφειλε ,-οχι να εξηγησει- μα να ενημερωσει..''βαρεθηκα εγραφε μεσα,δεν θελω αλλο ,,οχι δεν μπορω ,αλλα .. δεν θελω.. δεν εχει νοημα πια να προσπαθω ν αναστησω οτιδηποτε,,γιατι πρωτιστως μου τελειωσε μεσα μου'' ''Θα ειμαι καλα,,,οσο κι εσυ,εγραφε..τα εχω κανονισει ολα. μην ανησυχεις. σε λιγες μερες δεν θα μυριζεις πια το αρωμα μου στο μαξιλαρι σου θα ξεχασεις τον ηχο της φωνης μου και η οψη μου θα γινεται ολο και πιο θολη στον νου σου. Το ξερω εξ ιδιας πειρας ...παει καιρος που κλεινω τα ματια και δεν ερχεται η μορφη σου ευκολα και ξεκαθαρη μπρος μου..//teleftaia αναγγελια της πτησης....... για........ ,,διασχιζει τον διαδρομο και μπαινει στην φυσουνα.. επιβιβαστηκε...θεση κοντα σε παραθυρο...να κοιταξει τελευταια φορα ..να στρεψει το βλεμμα στην τελευταια αγκαλια τους.. στο σημειο μηδεν.. οταν του ειπε ΣΕ ΑΓΑΠΩ..κι εκεινος ειπε ΄΄εγω οχι'' ,,,ενα ριγος..σαν ηλεκτρικη εκκενωση την διαπερασε...''Κρυωνετε? να σας δωσω μια κουβερτα ρωτησε η αεροσυνοδος''-- Ευχαριστω εχω το παλτο μου απαντησε/////το παλτο μας σκεφτηκε...το παλτο μας...στην απογειωση, αισθανθηκε ενα σφιξιμο και μετα οταν το σκαφος πηρε το ''υψος του'' ,,επιτελους ανακουφιστηκε..ταξιδι στην ελευθερια ...καινουργια αρχη στη ζωη,,,,φλογα και παγος μαζι..ανασα...μου...σκεφτηκε για τελευταια φορα...και χαμογελωντας αφεθηκε με κλειστα ματια στην ηρεμια της ανακωχης με τον πολεμο που ειχε τοσα χρονια με τον εαυτο της.....................................................................
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)
God be in my head, and in my understanding.
God be in my eyes, and in my looking.
God be in my mouth, and in my speaking.
God be in my heart, and in my thinking.
God be in mine end, and at my departing.